ΤΡΑΓΟΥΔΩ I sing |
Active |
Passive |
Singular |
Plural |
Singular |
Plural |
I N D I C A T I V E |
Pres ent |
τραγουδάω, τραγουδώ |
τραγουδάμε, τραγουδούμε |
τραγουδιέμαι |
τραγουδιόμαστε |
τραγουδάς |
τραγουδάτε |
τραγουδιέσαι |
τραγουδιέστε, τραγουδιόσαστε |
τραγουδάει, τραγουδά |
τραγουδάν(ε), τραγουδούν(ε) |
τραγουδιέται |
τραγουδιούνται, τραγουδιόνται |
Imper fect |
τραγουδούσα, τραγούδαγα |
τραγουδούσαμε, τραγουδάγαμε |
τραγουδιόμουν(α) |
τραγουδιόμαστε, τραγουδιόμασταν |
τραγουδούσες, τραγούδαγες |
τραγουδούσατε, τραγουδάγατε |
τραγουδιόσουν(α) |
τραγουδιόσαστε, τραγουδιόσασταν |
τραγουδούσε, τραγούδαγε |
τραγουδούσαν(ε), τραγούδαγαν, τραγουδάγανε |
τραγουδιόταν(ε) |
τραγουδιόνταν(ε), τραγουδιούνταν, τραγουδιόντουσαν |
Aorist |
τραγούδησα |
τραγουδήσαμε |
τραγουδήθηκα |
τραγουδηθήκαμε |
τραγούδησες |
τραγουδήσατε |
τραγουδήθηκες |
τραγουδηθήκατε |
τραγούδησε |
τραγούδησαν, τραγουδήσαν(ε) |
τραγουδήθηκε |
τραγουδήθηκαν, τραγουδηθήκαν(ε) |
Perf ect |
έχω τραγουδήσει
έχω τραγουδισμένο |
έχουμε τραγουδήσει
έχουμε τραγουδισμένο |
έχω τραγουδηθεί
είμαι τραγουδισμένος, -η |
έχουμε τραγουδηθεί
είμαστε τραγουδισμένοι, -ες |
έχεις τραγουδήσει
έχεις τραγουδισμένο |
έχετε τραγουδήσει
έχετε τραγουδισμένο |
έχεις τραγουδηθεί
είσαι τραγουδισμένος, -η |
έχετε τραγουδηθεί
είστε τραγουδισμένοι, -ες |
έχει τραγουδήσει
έχει τραγουδισμένο |
έχουν τραγουδήσει
έχουν τραγουδισμένο |
έχει τραγουδηθεί
είναι τραγουδισμένος, -η, -ο |
έχουν τραγουδηθεί
είναι τραγουδισμένοι, -ες, -α |
Plu perf ect |
είχα τραγουδήσει
είχα τραγουδισμένο |
είχαμε τραγουδήσει
είχαμε τραγουδισμένο |
είχα τραγουδηθεί
ήμουν τραγουδισμένος, -η |
είχαμε τραγουδηθεί
ήμαστε τραγουδισμένοι, -ες |
είχες τραγουδήσει
είχες τραγουδισμένο |
είχατε τραγουδήσει
είχατε τραγουδισμένο |
είχες τραγουδηθεί
ήσουν τραγουδισμένος, -η |
είχατε τραγουδηθεί
ήσαστε τραγουδισμένοι, -ες |
είχε τραγουδήσει
είχε τραγουδισμένο |
είχαν τραγουδήσει
είχαν τραγουδισμένο |
είχε τραγουδηθεί
ήταν τραγουδισμένος, -η, -ο |
είχαν τραγουδηθεί
ήταν τραγουδισμένοι, -ες, -α |
Fut ure Cont inuous |
θα τραγουδάω, θα τραγουδώ |
θα τραγουδάμε, θα τραγουδούμε |
θα τραγουδιέμαι |
θα τραγουδιόμαστε |
θα τραγουδάς |
θα τραγουδάτε |
θα τραγουδιέσαι |
θα τραγουδιέστε, θα τραγουδιόσαστε |
θα τραγουδάει, θα τραγουδά |
θα τραγουδάν(ε), θα τραγουδούν(ε) |
θα τραγουδιέται |
θα τραγουδιούνται, θα τραγουδιόνται |
Simp Fut |
θα τραγουδήσω |
θα τραγουδήσουμε, θα τραγουδήσομε |
θα τραγουδηθώ |
θα τραγουδηθούμε |
θα τραγουδήσεις |
θα τραγουδήσετε |
θα τραγουδηθείς |
θα τραγουδηθείτε |
θα τραγουδήσει |
θα τραγουδήσουν(ε) |
θα τραγουδηθεί |
θα τραγουδηθούν(ε) |
Fut Perf |
θα έχω τραγουδήσει
θα έχω τραγουδισμένο |
θα έχουμε τραγουδήσει
θα έχουμε τραγουδισμένο |
θα έχω τραγουδηθεί
θα είμαι τραγουδισμένος, -η |
θα έχουμε τραγουδηθεί
θα είμαστε τραγουδισμένοι, -ες |
θα έχεις τραγουδήσει
θα έχεις τραγουδισμένο |
θα έχετε τραγουδήσει
θα έχετε τραγουδισμένο |
θα έχεις τραγουδηθεί
θα είσαι τραγουδισμένος, -η |
θα έχετε τραγουδηθεί
θα είστε τραγουδισμένοι, -ες |
θα έχει τραγουδήσει
θα έχει τραγουδισμένο |
θα έχουν τραγουδήσει
θα έχουν τραγουδισμένο |
θα έχει τραγουδηθεί
θα είναι τραγουδισμένος, -η, -ο |
θα έχουν τραγουδηθεί
θα είναι τραγουδισμένοι, -ες, -α |
S U B J U N C T I V E |
Pres ent |
να τραγουδάω, να τραγουδώ |
να τραγουδάμε, να τραγουδούμε |
να τραγουδιέμαι |
να τραγουδιόμαστε |
να τραγουδάς |
να τραγουδάτε |
να τραγουδιέσαι |
να τραγουδιέστε, να τραγουδιόσαστε |
να τραγουδάει, να τραγουδά |
να τραγουδάν(ε), να τραγουδούν(ε) |
να τραγουδιέται |
να τραγουδιούνται, να τραγουδιόνται |
Aorist |
να τραγουδήσω |
να τραγουδήσουμε, να τραγουδήσομε |
να τραγουδηθώ |
να τραγουδηθούμε |
να τραγουδήσεις |
να τραγουδήσετε |
να τραγουδηθείς |
να τραγουδηθείτε |
να τραγουδήσει |
να τραγουδήσουν(ε) |
να τραγουδηθεί |
να τραγουδηθούν(ε) |
Perf |
να έχω τραγουδήσει
να έχω τραγουδισμένο |
να έχουμε τραγουδήσει
να έχουμε τραγουδισμένο |
να έχω τραγουδηθεί
να είμαι τραγουδισμένος, -η |
να έχουμε τραγουδηθεί
να είμαστε τραγουδισμένοι, -ες |
να έχεις τραγουδήσει
να έχεις τραγουδισμένο |
να έχετε τραγουδήσει
να έχετε τραγουδισμένο |
να έχεις τραγουδηθεί
να είσαι τραγουδισμένος, -η |
να έχετε τραγουδηθεί
να είστε τραγουδισμένοι, -η |
να έχει τραγουδήσει
να έχει τραγουδισμένο |
να έχουν τραγουδήσει
να έχουν τραγουδισμένο |
να έχει τραγουδηθεί
να είναι τραγουδισμένος, -η, -ο |
να έχουν τραγουδηθεί
να είναι τραγουδισμένοι, -ες, -α |
Imper ative |
Pres |
τραγούδα, τραγούδαγε |
τραγουδάτε |
|
τραγουδιέστε |
Aorist |
τραγούδησε, τραγούδα |
τραγουδήστε |
τραγουδήσου |
τραγουδηθείτε |
Part iciple |
Pres |
τραγουδώντας |
|
|
Perf |
έχοντας τραγουδήσει, έχοντας τραγουδισμένο |
τραγουδισμένος, -η, -ο |
τραγουδισμένοι, -ες, -α |
Infin |
Aorist |
τραγουδήσει |
τραγουδηθεί |