ΞΕΧΝΩ I forget |
Active |
Passive |
Singular |
Plural |
Singular |
Plural |
I N D I C A T I V E |
Pres ent |
ξεχνάω, ξεχνώ |
ξεχνάμε, ξεχνούμε |
ξεχνιέμαι |
ξεχνιόμαστε |
ξεχνάς |
ξεχνάτε |
ξεχνιέσαι |
ξεχνιέστε, ξεχνιόσαστε |
ξεχνάει, ξεχνά |
ξεχνάν(ε), ξεχνούν(ε) |
ξεχνιέται |
ξεχνιούνται, ξεχνιόνται |
Imper fect |
ξεχνούσα, ξέχναγα |
ξεχνούσαμε, ξεχνάγαμε |
ξεχνιόμουν(α) |
ξεχνιόμαστε, ξεχνιόμασταν |
ξεχνούσες, ξέχναγες |
ξεχνούσατε, ξεχνάγατε |
ξεχνιόσουν(α) |
ξεχνιόσαστε, ξεχνιόσασταν |
ξεχνούσε, ξέχναγε |
ξεχνούσαν(ε), ξέχναγαν, ξεχνάγανε |
ξεχνιόταν(ε) |
ξεχνιόνταν(ε), ξεχνιούνταν, ξεχνιόντουσαν |
Aorist |
ξέχασα |
ξεχάσαμε |
ξεχάστηκα |
ξεχαστήκαμε |
ξέχασες |
ξεχάσατε |
ξεχάστηκες |
ξεχαστήκατε |
ξέχασε |
ξέχασαν, ξεχάσαν(ε) |
ξεχάστηκε |
ξεχάστηκαν, ξεχαστήκαν(ε) |
Perf ect |
έχω ξεχάσει
έχω ξεχασμένο |
έχουμε ξεχάσει
έχουμε ξεχασμένο |
έχω ξεχαστεί
είμαι ξεχασμένος, -η |
έχουμε ξεχαστεί
είμαστε ξεχασμένοι, -ες |
έχεις ξεχάσει
έχεις ξεχασμένο |
έχετε ξεχάσει
έχετε ξεχασμένο |
έχεις ξεχαστεί
είσαι ξεχασμένος, -η |
έχετε ξεχαστεί
είστε ξεχασμένοι, -ες |
έχει ξεχάσει
έχει ξεχασμένο |
έχουν ξεχάσει
έχουν ξεχασμένο |
έχει ξεχαστεί
είναι ξεχασμένος, -η, -ο |
έχουν ξεχαστεί
είναι ξεχασμένοι, -ες, -α |
Plu perf ect |
είχα ξεχάσει
είχα ξεχασμένο |
είχαμε ξεχάσει
είχαμε ξεχασμένο |
είχα ξεχαστεί
ήμουν ξεχασμένος, -η |
είχαμε ξεχαστεί
ήμαστε ξεχασμένοι, -ες |
είχες ξεχάσει
είχες ξεχασμένο |
είχατε ξεχάσει
είχατε ξεχασμένο |
είχες ξεχαστεί
ήσουν ξεχασμένος, -η |
είχατε ξεχαστεί
ήσαστε ξεχασμένοι, -ες |
είχε ξεχάσει
είχε ξεχασμένο |
είχαν ξεχάσει
είχαν ξεχασμένο |
είχε ξεχαστεί
ήταν ξεχνημενος, -η, -ο |
είχαν ξεχαστεί
ήταν ξεχασμένοι, -ες, -α |
Fut ure Cont inuous |
θα ξεχνάω
θα ξεχνώ |
θα ξεχνάμε
θα ξεχνούμε |
θα ξεχνιέμαι |
θα ξεχνιόμαστε |
θα ξεχνάς |
θα ξεχνάτε |
θα ξεχνιέσαι |
θα ξεχνιέστε
θα ξεχνιόσαστε |
θα ξεχνάει
θα ξεχνά |
θα ξεχνάν(ε)
θα ξεχνούν(ε) |
θα ξεχνιέται |
θα ξεχνιούνται
θα ξεχνιόνται |
Simp Fut |
θα ξεχάσω |
θα ξεχάσουμε
θα ξεχάσομε (rare) |
θα ξεχαστώ |
θα ξεχαστούμε |
θα ξεχάσεις |
θα ξεχάσετε |
θα ξεχαστείς |
θα ξεχαστείτε |
θα ξεχάσει |
θα ξεχάσουν(ε) |
θα ξεχαστεί |
θα ξεχαστούν(ε) |
Fut Perf |
θα έχω ξεχάσει
θα έχω ξεχασμένο |
θα έχουμε ξεχάσει
θα έχουμε ξεχασμένο |
θα έχω ξεχαστεί
θα είμαι ξεχασμένος, -η |
θα έχουμε ξεχαστεί
θα είμαστε ξεχασμένοι, -ες |
θα έχεις ξεχάσει
θα έχεις ξεχασμένο |
θα έχετε ξεχάσει
θα έχετε ξεχασμένο |
θα έχεις ξεχαστεί
θα είσαι ξεχασμένος, -η |
θα έχετε ξεχαστεί
θα είστε ξεχνημενοι, -ες |
θα έχει ξεχάσει
θα έχει ξεχασμένο |
θα έχουν ξεχάσει
θα έχουν ξεχασμένο |
θα έχει ξεχαστεί
θα είναι ξεχνημένος, -η, -ο |
θα έχουν ξεχαστεί
θα είναι ξεχασμένοι, -ες, -α |
S U B J U N C T I V E |
Pres ent |
να ξεχνάω
να ξεχνώ |
να ξεχνάμε
να ξεχνούμε |
να ξεχνιέμαι |
να ξεχνιόμαστε |
να ξεχνάς |
να ξεχνάτε |
να ξεχνιέσαι |
να ξεχνιέστε |
να ξεχνάει
να ξεχνά |
να ξεχνάν(ε)
να ξεχνούν(ε) |
να ξεχνιέται |
να ξεχνιούνται
να ξεχνιόνται |
Aorist |
να ξεχάσω |
να ξεχάσουμε
να ξεχάσομε |
να ξεχαστώ |
να ξεχαστούμε |
να ξεχάσεις |
να ξεχάσετε |
να ξεχαστείς |
να ξεχαστείτε |
να ξεχάσει |
να ξεχάσουν(ε) |
να ξεχαστεί |
να ξεχαστούν(ε) |
Perf |
να έχω ξεχάσει
να έχω ξεχασμένο |
να έχουμε ξεχάσει
να έχουμε ξεχασμένο |
να έχω ξεχαστεί
να είμαι ξεχασμένος, -η |
να έχουμε ξεχαστεί
να είμαστε ξεχνημενοι, -ες |
να έχεις ξεχάσει
να έχεις ξεχασμένο |
να έχετε ξεχάσει
να έχετε ξεχασμένο |
να έχεις ξεχαστεί
να είσαι ξεχασμένος, -η |
να έχετε ξεχαστεί
να είστε ξεχασμένοι, -η |
να έχει ξεχάσει
να έχει ξεχασμένο |
να έχουν ξεχάσει
να έχουν ξεχασμένο |
να έχει ξεχαστεί
να είναι ξεχνημένος, -η, -ο |
να έχουν ξεχαστεί
να είναι ξεχασμένοι, -ες, -α |
Imper ative |
Pres |
ξέχνα, ξέχναγε |
ξεχνάτε |
|
ξεχνιέστε |
Aorist |
ξέχασε, ξέχνα |
ξεχάστε |
ξεχάσου |
ξεχαστείτε |
Part iciple |
Pres |
ξεχνώντας |
|
Perf |
έχοντας ξεχάσει, έχοντας ξεχασμένο |
ξεχασμένος, -η, -ο |
ξεχασμένοι, -ες, -α |
Infin |
Aorist |
ξεχάσει |
ξεχαστεί |