ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ I thank |
Active |
Passive |
| Singular |
Plural |
Singular |
Plural |
I N D I C A T I V E |
Pres ent |
ευχαριστώ |
ευχαριστούμε |
ευχαριστιέμαι |
ευχαριστιόμαστε |
| ευχαριστείς |
ευχαριστείτε |
ευχαριστιέσαι |
ευχαριστιέστε, ευχαριστιόσαστε |
| ευχαριστεί |
ευχαριστούν(ε) |
ευχαριστιέται |
ευχαριστιούνται, ευχαριστιόνται |
Imper fect |
ευχαριστούσα |
ευχαριστούσαμε |
ευχαριστιόμουν(α) |
ευχαριστιόμαστε, ευχαριστιόμασταν |
| ευχαριστούσες |
ευχαριστούσατε |
ευχαριστιόσουν(α) |
ευχαριστιόσαστε, ευχαριστιόσασταν |
| ευχαριστούσε |
ευχαριστούσαν(ε) |
ευχαριστιόνταν(ε) |
ευχαριστιόνταν(ε), ευχαριστιούνταν, ευχαριστιόντουσαν |
| Aorist |
ευχαρίστησα |
ευχαριστήσαμε |
ευχαριστήθηκα |
ευχαριστηθήκαμε |
| ευχαρίστησες |
ευχαριστήσατε |
ευχαριστήθηκες |
ευχαριστηθήκατε |
| ευχαρίστησε |
ευχαρίστησαν, ευχαριστήσαν(ε) |
ευχαριστήθηκε |
ευχαριστήθηκαν, ευχαριστηθήκαν(ε) |
Perf ect |
έχω ευχαριστήσει
έχω ευχαριστημένο |
έχουμε ευχαριστήσει
έχουμε ευχαριστημένο |
έχω ευχαριστηθεί
είμαι ευχαριστημένος, -η |
έχουμε ευχαριστηθεί
είμαστε ευχαριστημένοι, -ες |
έχεις ευχαριστήσει
έχεις ευχαριστημένο |
έχετε ευχαριστήσει
έχετε ευχαριστημένο |
έχεις ευχαριστηθεί
είσαι ευχαριστημένος, -η |
έχετε ευχαριστηθεί
είστε ευχαριστημένοι, -ες |
έχει ευχαριστήσει
έχει ευχαριστημένο |
έχουν ευχαριστήσει
έχουν ευχαριστημένο |
έχει ευχαριστηθεί
είναι ευχαριστημένος, -η, -ο |
έχουν ευχαριστηθεί
είναι ευχαριστημένοι, -ές, -α |
Plu perf ect |
είχα ευχαριστήσει
είχα ευχαριστημένο |
είχαμε ευχαριστήσει
είχαμε ευχαριστημενο |
είχα ευχαριστηθεί
ήμουν ευχαριστημένος, -η |
είχαμε ευχαριστηθεί
ήμαστε ευχαριστημένοι, -ες |
είχες ευχαριστήσει
είχες ευχαριστημένο |
είχατε ευχαριστήσει
είχατε ευχαριστημένο |
είχες ευχαριστηθεί
ήσουν ευχαριστημένος, -η |
είχατε ευχαριστηθεί
ήσαστε ευχαριστημένοι, -ες |
είχε ευχαριστήσει
είχε ευχαριστημένο |
είχαν ευχαριστήσει
είχαν ευχαριστημένο |
είχε ευχαριστηθεί
ήταν ευχαριστημένος, -η, -ο |
είχαν ευχαριστηθεί
ήταν ευχαριστημένοι, -ες, -α |
Fut ure Cont inuous |
θα ευχαριστώ |
θα ευχαριστούμε |
θα ευχαριστιέμαι |
θα ευχαριστιόμαστε |
| θα ευχαριστείς |
θα ευχαριστείτε |
θα ευχαριστιέσαι |
θα ευχαριστιέστε, θα ευχαριστιόσαστε |
| θα ευχαριστεί |
θα ευχαριστούν(ε) |
θα ευχαριστιέται |
θα ευχαριστιούνται, θα ευχαριστιόνται |
Simp Fut |
θα ευχαριστήσω |
θα ευχαριστήσουμε |
θα ευχαριστηθώ |
θα ευχαριστηθούμε |
| θα ευχαριστήσεις |
θα ευχαριστήσετε |
θα ευχαριστηθείς |
θα ευχαριστηθείτε |
| θα ευχαριστήσει |
θα ευχαριστήσουν(ε) |
θα ευχαριστηθεί |
θα ευχαριστηθούν(ε) |
Fut Perf |
θα έχω ευχαριστήσει
θα έχω ευχαριστημένο |
θα έχουμε ευχαριστήσει
θα έχουμε ευχαριστημένο |
θα έχω ευχαριστηθεί
θα είμαι ευχαριστημένος, -η |
θα έχουμε ευχαριστηθεί
θα είμαστε ευχαριστημένοι, -ες |
θα έχεις ευχαριστήσει
θα έχεις ευχαριστημένο |
θα έχετε ευχαριστήσει
θα έχετε ευχαριστημένο |
θα έχεις ευχαριστηθεί
θα είσαι ευχαριστημένος, -η |
θα έχετε ευχαριστηθεί
θα είστε ευχαριστημένοι, -η |
θα έχει ευχαριστήσει
θα έχει ευχαριστημένο |
θα έχουν ευχαριστήσει
θα έχουν ευχαριστημένο |
θα έχει ευχαριστηθεί
θα είναι ευχαριστημένος, -η, -ο |
θα έχουν ευχαριστηθεί
θα είναι ευχαριστημένοι, -ες, -α |
S U B J U N C T I V E |
Pres ent |
να ευχαριστώ |
να ευχαριστούμε |
να ευχαριστιέμαι |
να ευχαριστιόμαστε |
| να ευχαριστείς |
να ευχαριστείτε |
να ευχαριστιέσαι |
να ευχαριστιέστε, να ευχαριστιόσαστε |
| να ευχαριστεί |
να ευχαριστούν(ε) |
να ευχαριστιέται |
να ευχαριστιούνται, να ευχαριστιόνται |
| Aorist |
να ευχαριστήσω |
να ευχαριστήσουμε, να ευχαριστήσομε |
να ευχαριστηθώ |
να ευχαριστηθούμε |
| να ευχαριστήσεις |
να ευχαριστήσετε |
να ευχαριστηθείς |
να ευχαριστηθείτε |
| να ευχαριστήσει |
να ευχαριστήσουν(ε) |
να ευχαριστηθεί |
να ευχαριστηθούν(ε) |
| Perf |
να έχω ευχαριστήσει
να έχω ευχαριστημένο |
να έχουμε ευχαριστήσει
να έχουμε ευχαριστημένο |
να έχω ευχαριστηθεί
να είμαι ευχαριστημένος, -η |
να έχουμε ευχαριστηθεί
να είμαστε ευχαριστημενοι, -ες |
να έχεις ευχαριστήσει
να έχεις ευχαριστημένο |
να έχετε ευχαριστήσει
να έχετε ευχαριστημένο |
να έχεις ευχαριστηθεί
να είσαι ευχαριστημένος, -η |
να έχετε ευχαριστηθεί
να είστε ευχαριστημένοι, -ες |
να έχει ευχαριστήσει
να έχει ευχαριστημένο |
να έχουν ευχαριστήσει
να έχουν ευχαριστημένο |
να έχει ευχαριστηθεί
να είναι ευχαριστημένος, -η, -ο |
να έχουν ευχαριστηθεί
να είναι ευχαριστημένοι, -ες, -α |
Imper ative |
Pres |
|
ευχαριστείτε |
|
ευχαριστιέστε |
| Aorist |
ευχαρίστησε |
ευχαριστήστε, ευχαριστήσετε |
ευχαριστήσου |
ευχαριστηθείτε |
Part iciple |
Pres |
ευχαριστώντας |
|
|
| Perf |
έχοντας ευχαριστήσει, έχοντας ευχαριστημένο |
ευχαριστημένος, -η, -ο |
ευχαριστημένοι, -ες, -α |
| Infin |
Aorist |
ευχαριστήσει |
ευχαριστηθεί |