ΑΝΑΧΩΡΩ I depart |
Active | ||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I C A T I V E |
Pres ent |
αναχωρώ | αναχωρούμε |
αναχωρείς | αναχωρείτε | ||
αναχωρεί | αναχωρούν(ε) | ||
Imper fect |
αναχωρούσα | αναχωρούσαμε | |
αναχωρούσες | αναχωρούσατε | ||
αναχωρούσε | αναχωρούσαν(ε) | ||
Aorist | αναχώρησα | αναχωρήσαμε | |
αναχώρησες | αναχωρήσατε | ||
αναχώρησε | αναχώρησαν, αναχωρήσαν(ε) | ||
Perf ect |
έχω αναχωρήσει | έχουμε αναχωρήσει | |
έχεις αναχωρήσει | έχετε αναχωρήσει | ||
έχει αναχωρήσει | έχουν αναχωρήσει | ||
Plu perf ect |
είχα αναχωρήσει | είχαμε αναχωρήσει | |
είχες αναχωρήσει | είχατε αναχωρήσει | ||
είχε αναχωρήσει | είχαν αναχωρήσει | ||
Fut ure Cont inuous |
θα αναχωρώ | θα αναχωρούμε | |
θα αναχωρείς | θα αναχωρείτε | ||
θα αναχωρεί | θα αναχωρούν(ε) | ||
Simp Fut |
θα αναχωρήσω | θα αναχωρήσουμε | |
θα αναχωρήσεις | θα αναχωρήσετε | ||
θα αναχωρήσει | θα αναχωρήσουν(ε) | ||
Fut Perf |
θα έχω αναχωρήσει | θα έχουμε αναχωρήσει | |
θα έχεις αναχωρήσει | θα έχετε αναχωρήσει | ||
θα έχει αναχωρήσει | θα έχουν αναχωρήσει | ||
S U B J U N C T I V E |
Pres ent |
να αναχωρώ | να αναχωρούμε |
να αναχωρείς | να αναχωρείτε | ||
να αναχωρεί | να αναχωρούν(ε) | ||
Aorist | να αναχωρήσω | να αναχωρήσουμε, να αναχωρήσομε | |
να αναχωρήσεις | να αναχωρήσετε | ||
να αναχωρήσει | να αναχωρήσουν(ε) | ||
Perf | να έχω αναχωρήσει | να έχουμε αναχωρήσει | |
να έχεις αναχωρήσει | να έχετε αναχωρήσει | ||
να έχει αναχωρήσει | να έχουν αναχωρήσει | ||
Imper ative |
Pres | αναχωρείτε | |
Aorist | αναχώρησε | αναχωρήστε, αναχωρήσετε | |
Part iciple |
Pres | αναχωρώντας | |
Perf | έχοντας αναχωρήσει | ||
Infin | Aorist | αναχωρήσει |